Το πρώτο σου χρέος, εκτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει είπε κάποτε ο Καζαντζάκης. Η κυρία Δώρα Γιαννίτση, ως διευθύντρια του Ελληνικού Κέντρου Πολιτισμού στην Ρωσία μαζί με την ομογένεια κάνει το χρέος της εδώ και χρόνια κρατώντας την φλόγα του αναμμένη. Παρακάτω η συνέντευξη που παραχώρησε για το περιοδικό “πατρινόραμα”.
Συνέντευξη στην Βίκυ Μπαϊρακτάρη
• Πείτε μας λίγα λόγια για την προσωπική σας πορεία, γιατί επιλέξατε την Ρωσία και όχι κάποια άλλη χώρα;
H γιαγιά μου Θεοδώρα Σιδεράτου-Γιαννίτση, η οποία και με μεγάλωσε, γεννήθηκε στη Σεβαστούπολη της Ταυρίδας/Κρι μαίας, ο δε πατέρας μου Κωνσταντίνος Γιαννίτσης στη Συμφερούπολη της Ταυρίδας/Κριμαίας. Πρόκειται για Έλληνες της Κριμαίας, που εγκαταστάθηκαν στη χερσόνησο της Ταυρίδας μετά τους Ρώσο-Τουρκικούς Πολέμους του δεύτερου ήμισυ του 18ου αι. και την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Αυτοκρατορία επί Μεγάλης Αικατερίνης, το 1783. Η ρωσική ηγεσία ενδιαφέρεται να εγκαταστήσει στα νότια σύνορά της ομόδοξο ορθόδοξο πληθυσμό, δια τούτο προσφέρει σε εμάς τους Έλληνες σειρά προνομίων, όπως παραχώρηση γης για εγκατάσταση, απαλλαγή από στρατιωτική θητεία,
απαλλαγή από φορολογία.
Ο προπάππους μου Άγγελος Σιδεράτος από τη Χίο εγκαταστάθηκε στη Σεβαστούπολη το δεύτερο ήμισυ του 19ου
αι., δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά στον κλάδο της αλιείας, απέκτησε τίτλους ευγενείας με δικαίωμα να τους κληροδοτεί στα τέκνα του, νυμφεύθηκε τη Ρωσίδα προγιαγιά μου Αναστασία Στεπάνοβα. Ο παππούς μου Κωνσταντίνος Γιαννίτσης από την Οινόη του Πόντου, το 1913, προκειμένου διαφύγει των καταναγκαστικών ταγμάτων εργασίας, των περίφημων αμελέ ταμπουρού του νεο τουρκικού καθεστώτος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διαφεύγει με μία βάρκα μέσω Mαύρης Θάλασσας και εγκαθίστα ται στη Συμφερούπολη της Κριμαίας, όπου στη συνέχεια λειτούργησε δικό του ζαχαροπλαστείο, το οποίο, κατόπιν, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και τη λήξη της νέας Οικονομικής Πολιτικής που εφήρμοσε ο Λένιν (1929, η οποία επέτρεπε ιδιωτική περιουσία και επιχειρείν), κρατικοποιήθηκε και συνέχισε να εργάζεται ως υπάλληλος.
Στην οικογένειά μας ανέκαθεν επικρατούσε έντονο φιλορωσικό κλίμα, ένα αίσθημα δέους για τη δεύτερη Μεγάλη Ομόδοξη Πατρίδα, τη Ρωσία, σε οποιαδήποτε ιστορική της φάση, τσαρική, Μσοβιετική, ομοσπονδιακή. Σε αυτό, λοιπόν, το οικογενειακό περιβάλλον εγώ μεγάλωσα, μπολιάστηκα και το 1989, εισηχθείσα στην Ιστορική-Αρχαιολογική Σχολή της Φιλοσοφικής Αθηνών, που ήσαν και η πρώτη μου προτίμηση, λαμβάνω παράλληλα υποτροφία από τον τότε σοβιετικό οργανισμό «ΠΑΤΡΙΔΑ», ο οποίος διατηρούσε επαφές με Σωματεία Ρώσων/Ομοεθνών του Εξωτερικού. Τον Αύγουστο του 1989 μετέβην στη Μόσχα για σπουδές, που ήσαν και το όνειρό μου. Το 1995 υποστήριξη μεταπτυχιακό στην Ιστορική Σχολή του Κρατικού πανεπιστημίου Μόσχας «Lomonosov», το 2000 διδακτορική διατριβή, με υποτροφία του ιδρύματος Α.Σ. Ωνάσης στην ίδια Σχολή, και το 2003 αποφοίτησα από τη Σχολή Υποκριτικής της Θεατρικής Ακαδημίας της Μόσχας RATI/GITIS.
“Στην οικογένειά μας ανέκαθεν επικρατούσε έντονο φιλορωσικό κλίμα, ένα αίσθημα δέους για τη δεύτερη Μεγάλη Ομόδοξη Πατρίδα, τη Ρωσία, σε οποιαδήποτε ιστορική της φάση, τσαρική, σοβιετική, ομοσπονδιακή”
• Ποιες είναι οι δράσεις και το έργο του Ελληνικού Κέντρου Πολιτισμού και ποια η συμμετοχή των Ρώσων πολιτών σε αυτές;
Δράττομαι της ευκαιρίας για να προβώ σε μία σύντομη παρουσίαση της δράσης και του έργου του Κ.Ε.Π. Στη Μόσχα λειτουργεί από το Νοέμβριο του 2005 το Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού (Κ.Ε.Π.) κοινωνικός φορέας μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που ως στόχο έχει τη διάδοση του Ελληνικού πολιτισμού στη Ρωσία, την ενίσχυση των ελληνο-ρωσικών πολιτιστικών, πνευματικών σχέσεων και την αξιοποίηση του υπάρχοντος δυναμικού, Ελλήνων και Φιλελλήνων, όλων αυτών που με τη δράση τους, επαγγελματική ή ερασιτεχνική, συμβάλλουν στην Ελληνορωσική σύμπραξη.
H δραστηριότητα του Κ.Ε.Π. συνεπάγεται δρομολόγηση προγραμμάτων σε τακτική βάση (διδασκαλία γλώσσας, διαλέξεις ελληνικής ιστορίας, μαθήματα ελληνικού χορού, σύσταση χορωδίας ελληνικού τραγουδιού, λειτουργία θεατρικών εργαστηρίων), καθώς και έκτακων-μεμονωμένων προγραμμάτων, όπως εκδηλώσεις, αφιερωμένες, για παράδειγμα, σε εθνικές επετείους και ιωβηλαία, επιστημονικά συνέδρια, εκθέσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, συναυλίες, προβολές ταινιών, φεστιβάλ, θεατρικές παραστάσεις, ενώ παράλληλα στηρίζει τις έρευνες γύρω από τις Ελληνορωσικές σχέσεις και αναπτύσσει εκδοτική δραστηριότητα. Παράλληλα στο Κέντρο λειτουργούν δανειστική βιβλιοθήκη, ταινιοθήκη και μουσικό αρχείο, προσιτά σε κάθε ενδιαφερόμενο. Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας αποτελεί πρωταρχικό πρόγραμμα και μέλημα του Κέντρου Ελληνικού Πολιτισμού.
Η δράση μας στο σύνολό της είναι ταγμένη στην ανάδειξη των κοινών σελίδων ιστορίας, που συνδέουν τους δύο ομόδοξους λαούς, Έλληνες και Ρώσους, με μακραίωνους δεσμούς ιστορικής, πολιτιστικής, πνευματικής εγγύτητας και παραπέμπουν στις ιδέες της Ορθόδοξης Ανατολής, με κοινή νοοτροπία και αντίληψη για τον άνθρωπο και τον κόσμο, που βασίζονται στις πανανθρώπινες, διαχρονικές και καθολικές αξίες και ιδανικά της συνέπειας, της πίστης στο χρέος, της αγάπης, της πραγματικής αρετής και ανάγονται από τα κείμενα των αρχαίων κλασικών μας, από το μήνυμα καθολικής αγάπης της Αντιγόνης, αποκρινόμενης στις απειλές του Κρέοντα «…ούτοι συνέχθειν, αλλά συμφιλείν έφυν…».
Αναμφίβολα, σταθμό στην ιστορία του Κ.Ε.Π. αποτέλεσε η αναστήλωση της ρωσικής εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στη νήσο Σφακτηρία, στον κόλπο του Ναυαρίνου, αφιερωμένη στη μνήμη των Ρώσων ναυτικών, που έλαβαν μέρος στη θρυλική Ναυμαχία τον Οκτώβριο του 1827, θυσιάζοντας τη ζωή τους για την απελευθέρωση του Ελληνικού Λαού. Ολοκληρώνοντας, θα επιθυμούσα να τονίσω τον άμεσο, αβίαστο, ειλικρινή, ανιδιοτελή τρόπο, με τον οποίο το ρωσικό κοινό προσέγγισε το Κέντρο μας, τον μέγιστο δείκτη ενδιαφέροντος για την ελληνική γλώσσα, τον πολιτισμό, τη χώρα μας. Εμείς, από πλευράς μας, προσπαθούμε με πολυεπίπεδες, σφαιρικές εκδηλώσεις και δράσεις, να μυούμε τους Ρώσους Φιλέλληνες και τους ομογενείς μας στο τεράστιο πολιτιστικό-πνευματικό κληροδότημα της Ελλάδας.
“Η δράση μας στο σύνολό της είναι ταγμένη στην ανάδειξη των κοινών σελίδων ιστορίας, που συνδέουν τους δύο ομόδοξους λαούς, Έλληνες και Ρώσους, με μακραίωνους δεσμούς ιστορικής, πολιτιστικής και πνευματικής εγγύτητας”
• Θα θέλατε να μας περιγράψετε τις Ελληνορωσικές σχέσεις και την εξέλιξη τους στο χώρο και στον χρόνο;
“Καταπληκτικό κλίμα, πλούτος έργων, πλεονεκτική γεωγραφική θέση για το εμπόριο και το ένδοξο παρελθόν της Αρχαίας Ελλάδας, πάντα θα ελκύουν στις νήσους του Αρχιπελάγους την περιέργεια των περιηγητών και την προσοχή των πολιτικών”.Β.Μ. Μπρονέφσκι, Αξιωματικός του ρωσικού στόλου. Αυτά αναφέρει στα απομνημονεύματά του ο αξιωματικός του ρωσικού στόλου Βλαντίμιρ Μπρονέφσκι (Β.Μ.) για τη χώρα μας, ο οποίος συμμετείχε στις επιχειρήσεις του αξιωματικού στόλου στη Μεσόγειο (Αιγαίο και Ιόνιο) υπό την αρχηγία του Αντιναυάρχου Ν.Ι. Σενιάβιν την περίοδο 1805-1807. Είναι δύσκολο να υπερεκτιμηθεί το μέγεθος, η δυναμική, το μεγαλείο και η μεγαλοπρέπεια στην κοινή ιστορία των δύο κόσμων μας, η απαρχή της οποίας, ιστορικά, πολιτισμικά αλλά και γεωγραφικά μάς παραπέμπει στην μυθολογία και συνεχίζει με την ιστορική πραγματικότητα, από την αρχαιότητα ακόμη, με το αποικισμό, τη δημιουργία ελληνικών πόλεων-κρατών σε όλη την Παρευξείνια Ζώνη. Από το Μεσαίωνα και έπειτα, από την εποχή των εμπορικών ταξιδιών των σκανδιναβικών λαών προς το Βυζάντιο μέσω των ρωσικών πόλεων, γνωστών ως «πορείες από τους Βαράγγους στους Έλληνες» και με τον ασπασμό του Χριστιανισμού από τους Ρώσους από το Βυζάντιο, ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ στην ιστορία και στην πορεία των δύο αυτών κόσμων, η ιστορική, πολιτισμική, πνευματική κοινότητά μας ενισχύεται με αδιάλειπτους δεσμούς. Στα δύσκολα χρόνια του οθωμανικούζυγού, Έλληνες λόγιοι, καλλιτέχνες και κληρικοί από το Βυζάντιο ταξίδευαν στη Ρωσία, εύρισκαν καταφύγιο στην ομόδοξη Ρωσία και ταυτόχρονα μετέφραζαν, δίδασκαν, ιστορούσαν εικόνες, έλυναν δογματικές και κανονικές διαφορές και λειτούργησαν ως ένας ζωντανός δεσμό της ορθόδοξης Ρωσίας με τις θρησκευτικές, τις μοναχικές και τις καλλιτεχνικές παραδόσεις της Ορθόδοξης Ανατολής, που εκπροσωπούσε ο ελληνισμός. Πολλοί ήταν οι Έλληνες που μετανάστευσαν εδώ και η φιλόξενη ρωσική γη έγινε δεύτερη πατρίδα τους. Τα ίχνη τους στην πορεία του ρωσικού πολιτισμού είναι μέχρι σήμερα ανεξίτηλα. Γνωστές είναι οι μορφές του Φωτίου του Μονεμβασιώτη, τα άμφια του οποίου κοσμούν τη συλλογή του Μουσείου των Όπλων του Κρεμλίνου, του περίφημου αγιογράφου Θεοφάνους του Γραικού, του Αρχιεπισκόπου Αρσενίου Ελασσόνος που ήταν προϊστάμενος του Ναού των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ στα χρόνια του Ιβάν του Τρομερού, του διαφωτιστή των Ρώσων Μαξίμου του Γραικού, των ιδρυτών της Σλαβογραικολατινικής Ακαδημίας, πρώτου ανωτάτου εκπαι- δευτικού ιδρύματος της Ρωσίας αδελ- φών Λειχούδη, των διδασκάλων του Γένους Νικηφόρου Θεοτόκη και Ευγένιου Βούλγαρη, των Εθνικών Ευεργετών Ιωάννη Βαρβάκη και Ματθαίου Ριζάρη, του Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια, αλλά και μορφών του 20ου αιώνα, όπως ο περίφημος συλλέκτης Γιώργος Κωστάκης, ο αρχιμουσικός Οδυσσέας Δημητριάδης, o διεθνούς φήμης αρχαιολόγος Βίκτωρ Σαριανίδης κ.α. Πρόκειται για μια σειρά προσωπικοτήτων που καλύπτουν, χωρίς κενά, μια περίοδο από τον 10ο αιώνα μέχρι και τις ημέρες μας. Μεταφερόμενοι, με μεγαλύτερη ανάλυση, στη νεότερη εποχή, εντοπίζουμε ότι η πολιτική και στρατιωτική ιστορία της Ρωσίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία και πορεία του ελληνικού κόσμου: Ρώσο-Τουρκικοί πόλεμοιτου 18ου αιώνα (1768-1774, 1788-1791), δραστήρια συμμετοχή του ελληνικού πληθυσμού σε αυτούς στο πλευρό των ρωσικών στρατευμάτων και στόλου, Ναυμαχία Τσεσμέ το 1770, όταν ο ρωσικός στόλος εξολόθρεψε τον τουρκικό πλησίον της Χίου, Κυβερνείο του Αρχιπελάγους της Μεγάλης Αικατερίνης, όταν την περίοδο 1771-1775 31 νησιά του Αιγαίου Πελάγους βρίσκονταν υπό την προστασία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, μεταναστευτικό κύμα Ελλήνων προς τη Ρωσία (ιδίως μετά την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Αυτοκρατορία το 1783, όταν η ρωσική ηγεσία, επιθυμώντας την εγκατάσταση στα νότια σύνορά της ορθόδοξου-ομόδοξου πληθυσμού, παραχωρεί στους Έλληνες εκτάσεις για εγκατάσταση, απαλλαγή από στρατιωτική θητεία και φόρους), ίδρυση ελληνικών κοινοτήτων στη Νότια κυρίως Ρωσία, ίδρυση το 1800 της Ιονίου Πολιτείας (Ναύαρχος Θεόδωρος Ουσακόβ) του πρώτου στην ιστορία ανεξάρτητου ελληνικού κρατιδίου, ρωσική εκστρατεία στη Μεσόγειο υπό την αρχηγία του άγνωστου στην ελληνική βιβλιογραφία Ναυάρχου Ντμίτριι Σενιάβιν, ναυμαχίες του Άθωνα και των Δαρδανελλίων τον Μάιο και Ιούνιο του 1807 αντίστοιχα, όταν για πολλοστή φορά ο ρωσικός στόλος εξουδετέρωνε τον οθωμανικό στόλο, ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας το 1814 στην Οδησσό, δραστήρια συμμετοχή της ρωσικής διπλωματίας στην υπόθεση λύσης του Ελληνικού Ζητήματος, θρυλική Ναυμαχία του Ναυαρίνου τον Οκτώβριο του 1827, όταν ο ηνωμένος άγγλο-γάλλο-ρωσικός στόλος καταστρέφει τον τούρκο-αιγυπτιακό στόλο, Ρώσο-Τουρκικός Πόλεμος 1828-1829 (νίκη της Ρωσίας, Συνθήκη της Ανδριανούπολης στις 14.9.1829, με την οποία η Ρωσία υποχρεώνει την Πύλη να παράσχει στην Ελλάδα αυτονομία και λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 1830 υπογράφεται στο Λονδίνο η Ίδρυση του Ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους, το Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας) – αυτά όλα αποτελούν ορισμένα μόνο παραδείγματα διασταύρωσης της ιστορικής πορείας των δύο ομόδοξων λαών.
• Ποιο είναι το αγαπημένο σας ρητό η φράση με την οποία θα θέλατε να κλείσουμε την συνέντευξη;
Επιτρέψατε μου να αναφέρω δύο ρητά
πολυαγαπημένα: «…ούτοι συνέχθην, αλλά συμφιλείν έφυν…» [= εγώ γεννήθηκα για να αγαπώ και όχι να μισώ]. (Αντιγόνη Σοφοκλέους) «Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ’ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας » (Θουκυδίδου, «Επιτάφιος Περικλέους») – αυτή η φράση αποτελεί πεμπτουσία της ελληνικής σκέψης, η οποία συνίσταται στον αρμονικό συνδυασμό του μέτρου, στην απλότητα, στο περιεχόμενο, στην ομορφιά, στην αυθεντικότητα, στην πραγματική αρετή. Κρίνω, ωστόσο, εξαιρετικά επίκαιρο, επιβεβλημένο και το εξής ρητό του με- γάλου τραγικού Ευριπίδη, ο οποίος ξεκινά τις ΤΡΩΑΔΕΣ, βάζοντα τον θεό Ποσειδώνα να προφέρει: «Είναι μωρία δεινή, αρρώστια των ανθρώπων, οι ανελέητες λεηλασίες των πολέμων. Όποιος ναούς, τεμένη, όποιος τους τάφους των νεκρών ρημάζει, στο μέλλον σύντομα θα ρημάξει και αυτός.», Ευριπίδης, «ΤΡΩΑΔΕΣ».
“Πολλοί ήταν οι Έλληνες που μετανάστευσαν εδώ και η φιλόξενη ρωσική γη έγινε δεύτερη πατρίδα τους. Τα ίχνη τους στην πορεία του ρωσικού πολιτισμού είναι μέχρι σήμερα ανεξίτηλᨔ
Διαβάστε την παραπάνω συνέντευξη ολόκληρη στο “πατρινόραμα” Ιουλίου που κυκλοφορεί στα περίπτερα όλης της χώρας